Η υπογραφή από τον Ντόναλντ Τραμπ του εκτελεστικού διατάγματος για τις θρησκευτικές ελευθερίες συνοδεύθηκε από την ανακοίνωση των πρώτων του διεθνών επισκέψεων.
Ο Αμερικανός πρόεδρος θα ταξιδέψει στη Σαουδική Αραβία και το Ισραήλ πριν μεταβεί σε Βρυξέλλες και Σικελία για τις συνόδους κορυφής του ΝΑΤΟ και της G7 μεταξύ 25 και 27 Μαΐου.
«Αυτές οι επισκέψεις θα λάβουν χώρα πριν τις συνόδους του ΝΑΤΟ και της G7. Θα ξεκινήσουν με μια ιστορική συνάντηση στη Σαουδική Αραβία με ηγέτες όλου του μουσουλμανικού κόσμου. Εκεί θέλουμε να ξεκινήσουμε την οικοδόμηση μιας νέας συνεργασίας με τους μουσουλμάνους συμμάχους μας στη μάχη κατά του εξτρεμισμού, της τρομοκρατίας και της βίας», δήλωσε χαρακτηριστικά.
«Ιστορική επίσκεψη»
Επιλέγοντας τη Μέση Ανατολή ως πρώτο του προορισμό, ο Ντόναλντ Τραμπ επιθυμεί να υπογραμμίσει τη βούλησή του τόσο για την εξάλειψη της ισλαμικής τρομοκρατίας όσο και για την ειρήνευση μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστινίων.
Σε δηλώσεις του ο Σαουδάραβας υπουργός Εξωτερικών έκανε λόγο για μια ιστορική επίσκεψη, η οποία θα περιλαμβάνει μια διμερή σύνοδο κορυφής, μια σύνοδο κορυφής με ηγέτες των αραβικών κρατών του Κόλπου και ακόμα μία με αραβικές και μουσουλμανικές χώρες.
«Πρόκειται για ένα σαφές και ισχυρό μήνυμα ότι οι ΗΠΑ δεν τρέφουν αρνητική βούληση» έναντι του αραβικού και του μουσουλμανικού κόσμου, δήλωσε σε εκπροσώπους του Τύπου ο αλ-Τζουμπέιρ, συμπληρώνοντας ότι η επίσκεψη Τραμπ στο σαουδαραβικό βασίλειο «διαψεύδει την αντίληψη ότι η Αμερική είναι αντιμουσουλμανική».
Τον Μάρτιο ο Τραμπ είχε υποδεχθεί στην Ουάσινγκτον τον πανίσχυρο Σαουδάραβα πρίγκιπα διάδοχο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν. Ανώτερος Σαουδάραβας σύμβουλος έκανε λόγο για ένα «ιστορικό σημείο καμπής» στις σχέσεις των δύο χωρών.
Σε πρόσφατη συνέντευξή του στο πρακτορείο Reuters, ο Τραμπ είχε πει ότι η Σαουδική Αραβία δεν φέρεται δίκαια προς τις Ηνωμένες Πολιτείες και πως η Ουάσινγκτον προσφέρει ένα «τρομερό χρηματικό ποσό» για την άμυνα του βασιλείου.
Στις ίδιες δηλώσεις του, ο αλ-Τζουμπέιρ σημείωσε πως η κυβέρνηση Τραμπ προχωρά τις διαδικασίες για την πώληση του αμφιλεγόμενου πυραυλικού συστήματος Ρέιθιον αξίας άνω του ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων.
Ο Μπαράκ Ομπάμα είχε παγώσει την πώληση, καθώς το Ρέιθιον είχε κατηγορηθεί για το θάνατο αμάχων στην Υεμένη.