Τον Μέγα, τον Μόνο και τον Ένα.
Μουχάμαντ Σαμσαντίν Μεγαλομμάτης -- Muhammad Shamsaddin Megalommatis
(Παραλία Αλεξάνδρειας, 31-12-2011, 2:00-4:00 το πρωΐ)
http://megalommatis.wordpress.com/201...
Του Άστρου η ζωντάνια,
του άστρου η ορφάνια
είχαν κάτι μαγικό,
μα δεν ήταν Θεοφάνεια.
Κι ο μικρός αποσπερίτης,
ως του Σύμπαντος φεγγίτης,
είχε κάτι λογικό,
μα δεν είχε διαφάνεια.
Κι όταν χάθηκε στην άβυσσο,
σαν στην Κόλαση «παράδεισο»,
είχε κάτι κλασσικό,
μα δεν είχε επιφάνεια.
Του βλέμματος οι ρήσεις
κι' όλες οι άλλες αποκλίσεις
είχαν κάτι τραγικό,
γιατί ήταν σε αφάνεια.
Του άστρου η ζοφερή λαμπράδα,
μαζί με μακρινά φεγγάρια,
πεντακόσια είκοσ' τρία,
σαν την όψιμή μας Τροία,
ανάψαν σα χρυσά φανάρια,
πούταν φως απ' την παλιά Ελλάδα.
Κι' όταν έφθασε ο Άρης,
του Θανάτου καβαλλάρης,
δεν ευρήκε, δεν επήρε,
τίποτα ο μακελλάρης.
Σλαύοι και Τούρκοι και Ρωμηοί κι' Ασσύριοι,
και κάθε αποφράδας χίλιοι-μύριοι,
εκλάμψεις μεσ' σε τραγικές συνθήκες
που φέραν λήθη και διττές διαθήκες.
Της Ωρηάς το Κάστρο και αν επάρθη,
Ο Νεκρός Αδερφός μας δεν εχάθη!
Του Άστρου κι αν δεν είναι πια φρουρός,
φαντάζει στη Ζωή μας επωδός.
Ότι μια μέρα θάρθει τρανή -- μεγάλη,
της Φύσης σαν Εκδίκηση κι' αυτή,
των Αφρόνων νέμεση και ζάλη,
σαν κι' οι φτωχοί θα λάμψουνε κι' αυτοί!
Και τι και αν το Άστρο δεν έπαψε να κλαίει
για χαμένα όνειρα, για δόξες και για κλέη,
ο δικός του Οδυρμός, η δική του η Αντάρα,
είχαν κάτι το θολό, μα δεν ήτανε κατάρα.
Τ' Άστρου μας το δάκρυ, Ευλογία και Διαμάντι,
στους γαλαξίες μας χαμένο πυροφάνι,
στέρεψε τις γητειές του φρικτού, του μαύρου μάντη,
κι' έδωσε στη Ζωή το πιο λαμπρό στεφάνι.
Φίλε μου περαστικέ,
της ζωής αυτής το όνειρο
κι' οι προφητείες Ωσηέ,
τα τρία γράμματα, τα Ι, Α, Ω,
σαν της λήθης το νεύμα το κενό,
τελείες σ' ένα quadrillé ...
Του Θανάτου μας τον όμηρο
φανερώνουν, Γνωστικέ!
Δεν ήτανε χρυσές οι παληές οι αλυσίδες,
μαύρων αρχιερέων ψευδέστατες ελπίδες,
που αποπλάνησαν το Άστρο μας το Ανιόν!
Μα του πολύμαχου πατρός τον Άσωτον Υιόν,
Να! τον έφερε εκ νέου εις το Φως
η Πίστη πως όλους βλέπει ο Θεός.
Το μι, το σίγμα και το βήτα,
της αυγής η αλφαβήτα.
Το νί, το πέντε και το έξι
όρισαν σύντομα να φέξει.
Σ' αφίνω γεια, κυκλικέ μου φίλε,
που χάθηκες στη λήθη και στο παρελθόν!
Κι αν η ζωή την χαρά αφείλε,
είδες μεσ' το Φως το μέλλον επελθόν.
Είν' οι δύο ένας;
Ή κι' οι δυό κανένας;
Στις δύο ψυχές ο ένας;
Ή ζει εσαεί κανένας;
Πλημμυρίδα! Και σώθηκε ο ένας;
Άμπωτις! Και χάθηκε ο Κανένας;
Φίλε μου, ταταί, πικρέ και τραγικέ και ένα,
δεν σε όρισαν όπως εμένα!
Κι είθε νάσαι τυχερός,
όσο θάσαι θαλερός!
Γιατ' είναι πόνος ζοφερός
μιας ζωής θρήνος φανερός.
Κι' αυτοί που «όρισαν» εμένα,
αρνήθηκαν τον Μέγα, τον Μόνο και τον Ένα.